Η καταστροφή χιλιάδων στρεμμάτων πευκόφυτου δάσους έφερε σε απόγνωση τους παραγωγούς μελιού στην Εύβοια
Παραγωγοί μετακίνησαν τα μελίσσια τους από τη βόρεια στην κεντρική Εύβοια, κοντά σε πεύκα (φωτ.). Πολλοί ερασιτέχνες ωστόσο και όσοι έπαθαν ζημιές δεν έχουν αυτήν τη δυνατότητα. «Χρειαζόμαστε βοήθεια τώρα, γιατί οι μέλισσες είναι ζωντανοί οργανισμοί και πρέπει να τραφούν. Αμα ψοφήσουν, τελείωσε...».
Τάνια Γεωργιοπούλου
Οι μελισσοκόμοι στην Εύβοια μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές έχουν να αντιμετωπίσουν ένα πολύ δύσκολο μέλλον, καθώς το δάσος που κάηκε δεν θα μπορέσει να δώσει τροφή για τις μέλισσες για τα επόμενα δέκα χρόνια τουλάχιστον. Όμως, οι σκέψεις για το αύριο είναι πολυτέλεια, καθώς οι μελισσοκόμοι της περιοχής προσπαθούν να διαχειριστούν το παρόν και να σώσουν τα μελίσσια τους «από την πείνα». Το χειρότερο είναι, ότι πολλοί παραγωγοί δεν είχαν δηλώσει τα μελίσσια τους από φόβο ότι «θα τους κόψουν τη σύνταξη» ή θα «τους βάλουν να πληρώσουν μεγάλη εφορία». Έτσι η Ελλάδα στα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την παραγωγή μελιού, τα οποία δημοσιεύτηκαν τον Μάιο, φαίνεται ως η μόνη χώρα που την τριετία 2020-2022 έχει παρουσιάσει μεγάλη μείωση του αριθμού των μελισσοκόμων, της τάξης του 62%.
Οι Έλληνες μελισσοκόμοι από 24.582 την τριετία 2017-2019 φαίνεται ότι απέμειναν μόνο 9.266. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι μόνο η Ελλάδα (και η Κύπρος, σε μικρό όμως ποσοστό) από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες παρουσίασε μείωση στους αριθμού των παραγωγών που απασχολούνται στη μελισσοκομία, ενώ ο αριθμός του συνόλου των Ευρωπαίων μελισσοκόμων παρουσίασε αύξηση της τάξης του 8,2%. Έτσι η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην 6η θέση ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε. που παράγουν μέλι, ενώ μόλις πριν από λίγα χρόνια ήταν 2η.
«Αυτά τα στοιχεία δεν δείχνουν το αληθινό μέγεθος του κλάδου. Πολλοί δεν δηλώθηκαν και το αποτέλεσμα είναι ότι η Ελλάδα με αυτόν τον τρόπο χάνει πόρους από την Ε.Ε.», λέει στην «Κ» ο καθηγητής Μελισσοκομίας Πασχάλης Χαριζάνης.
Οι μέλισσες τρώνε το μελίτωμα το οποίο παράγεται από το παράσιτο των πεύκων Μarchalina hellenica. Το δάσος της Εύβοιας αποτελούσε τον βοσκότοπο για εκατοντάδες χιλιάδες μέλισσες «γηγενείς», αλλά και πολλές άλλες τις οποίες έφερναν οι μελισσοκόμοι από διάφορα σημεία της Ελλάδας για να βοσκήσουν. Χιλιάδες μελίσσια από περιοχές της Πελοποννήσου, από τη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία μεταφέρονταν συγκεκριμένες εποχές του έτους στην Εύβοια, στο δάσος το οποίο –σε μεγάλο βαθμό– δεν υπάρχει πια. Ανάλογοι πευκώνες για βόσκηση μελισσών υπάρχουν στη Θάσο και τη Χαλκιδική.
«Πρώτη φορά αυτές τις μέρες είδα ένα πολύ παράξενο θέαμα. Πολλές μέλισσες να βοσκάνε σε κυπαρίσσια. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Ότι πεθαίνουν της πείνας», τονίζει στην «Κ» ο Ευστάθιος Αλμπάνης, πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ιστιαίας. «Την προηγούμενη εβδομάδα το γεωπονικό Πανεπιστήμιο μας έστειλε έναν τόνο ζωοτροφές για να ταϊστούν τα μελίσσια, αλλά δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με χορηγίες», εξηγεί.
Το πευκόμελο αποτελεί το 70%-80% της ελληνικής παραγωγής μελιού και εξ αυτού το 40% παραγόταν από πευκοδάση της Εύβοιας. Κατά συνέπεια δεν υπάρχουν οι συνθήκες για να παραχθεί το 25%-30% της συνολικής ποσότητας του ελληνικού μελιού, ενώ ταυτόχρονα οι μελισσοκόμοι, όχι μόνο έχουν χάσει το εισόδημά τους, αλλά είναι υποχρεωμένοι και να ταΐζουν τις μέλισσες, αν θέλουν να διατηρήσουν τα μελίσσια τους. «Εδώ στην περιοχή λίγοι είχαν μόνο μελίσσια. Οι περισσότεροι συμπλήρωναν το εισόδημά τους με το μέλι που παρήγαγαν. Είχαν ελιές που κάηκαν, πουλούσαν και 5 τόνους ξύλα και ζούσαν. Τώρα δεν έχουν να λάβουν τίποτα από πουθενά», λέει ο κ. Αλμπάνης.
Υπολογίζεται ότι στους δύο πυρόπληκτους δήμους, Ιστιαίας – Αιδηψού και Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Αννας, υπάρχουν περίπου 400-500 μελισσοκόμοι, αρκετοί επαγγελματίες (πάνω από 110 μελίσσια) και πολλοί ερασιτέχνες, που έχουν τη μελισσοκομία ως συμπληρωματική απασχόληση. Τα μελίσσια, τα οποία βρίσκονταν μέσα στο δάσος και κάηκαν υπολογίζεται ότι είναι 9.000-10.000 ενώ συνολικά οι κυψέλες στην περιοχή ξεπερνούν τις 20.000.
Οι αποζημιώσεις
«Με τον καύσωνα που προηγήθηκε εκείνες τις μέρες δεν δούλευε το πεύκο (σ.σ. δεν παραγόταν μελίτωμα), οπότε δεν είχαν βάλει πολλοί μελισσοκόμοι τα μελίσσια τους στο δάσος. Έτσι, αναλογικά δεν κάηκαν πολλά, αν και νομίζω ότι οι ίδιοι οι παραγωγοί θα προτιμούσαν να είχαν χάσει περισσότερα γιατί τότε θα έπαιρναν σίγουρα κάποια αποζημίωση», τονίζει ο Βασίλης Αϊδόνης, γεωπόνος επόπτης του Κέντρου Μελισσοκομίας Στερεάς Ελλάδας.
Πολλοί μελισσοκόμοι έχουν μεταφέρει τα μελίσσια τους στον κάμπο της Ιστιαίας για να βρουν οι μέλισσες τους τροφή. «Οι μελισσοκόμοι συνήθως δεν κατέβαζαν τα μελίσσια στον κάμπο γιατί οι καλλιέργειες ψεκάζονται. Ευτυχώς τώρα είναι τέλος εποχής για τις καλλιέργειες», προσθέτει ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ιστιαίας. Από την άλλη, βέβαια, ο κάμπος δεν τους χωράει όλους, οπότε το πρόβλημα της διατροφής των μελισσών παραμένει. Κάποιοι μετακινούνται σε άλλες περιοχές, αλλά οι ερασιτέχνες και όσοι έπαθαν ζημιά από τις φωτιές δεν μπορούν να το κάνουν. «Η μελισσοκομία στην περιοχή είναι υπό κατάρρευση, πολλοί σκέφτονται να τα παρατήσουν. Χρειαζόμαστε βοήθεια τώρα γιατί οι μέλισσες είναι ζωντανοί οργανισμοί και πρέπει να τραφούν. Άμα ψοφήσουν, τελείωσε», συμπληρώνει.
Το θέμα της ανάγκης στήριξης και τα επόμενα χρόνια παραμένει βέβαια, εφόσον το δάσος δεν μπορεί να αναγεννηθεί από τη μια στιγμή στην άλλη. «Χρειάζεται να δώσουν τώρα τροφή για να αντέξουν τα μελίσσια. Την άνοιξη θα έχουμε κάποια ανθοφορία αλλά για τα πεύκα η φυσική αναγέννηση θα χρειαστεί τουλάχιστον δέκα χρόνια», υπογραμμίζει ο καθηγητής κ. Χαριζάνης. «Είναι σημαντικό μέσα στο δάσος όταν θα ξεκινήσει η αναγέννηση να δημιουργηθούν θέσεις για την τοποθέτηση των μελισσιών για να εκμεταλλεύονται οι μέλισσες ό,τι βλάστηση υπάρχει και να βοηθούν στην επικονίαση», καταλήγει.
Δημοσίευση σχολίου